Ο Ιπποκράτης ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος και πατέρας της ιατρικής επιστήμης, γεννήθηκε στην Κω, στις 27 του μήνα Αγριανού το 460 π.χ. Ήταν γιός του Ηρακλείδη και της Φανεραίτης και καταγόταν από τη γενιά του πατέρα του από τον Ασκληπιό και από τη γενιά της μητέρας του από τον Ηρακλή. Η καταγωγή του ήταν ιερατική και οι πρόγονοί του ιερείς Aσκληπιάδες, άνθρωποι γνώστες της ιατρικής τέχνης που έδωσαν άριστη μόρφωση στο μικρό Ιπποκράτη. Εκτός από τους γονείς του, δάσκαλοί του υπήρξαν ο σοφιστής Γοργίας, ο Δημόκριτος ο Αβδηρίτης και ο διαιτολόγος Ηρόδικος. Την ιατρική επιστήμη τη διδάχθηκε στις σχολές της Κνίδου και της Κω και παράλληλα ταξίδεψε στην Ελλάδα αλλά και σε χώρες μακρινές όπως η Σκυθία και η Αίγυπτος.

Στα ταξίδια του μελέτησε τη φύση και το κλίμα και ανακάλυψε πώς αυτά επηρεάζουν την υγεία και τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Γυρνώντας στο νησί του επεξεργάστηκε τις πληροφορίες που είχε συλλέξει και ανέλαβε την ιατρική σχολή της Κω. Εκεί άρχισε να διδάσκει τους νέους που είχαν έφεση στην ιατρική και παράλληλα έκανε μελέτες πάνω στην ιατρική των ιερέων του Ασκληπιού, των μάγων ιατρών, γυμναστών και φιλοσόφων. Μεγάλος επιστήμονας καθώς ήταν, απάλλαξε την ιατρική από τη δεισιδαιμονία, δεν δίστασε να εφαρμόσει νέες θεραπευτικές μεθόδους, μεγαλώνοντας καταρχήν τις αίθουσες νοσηλείας του Ασκληπιού και παράλληλα κάνοντας προσιτές τις θρησκευτικές ιατρικές διδασκαλίες στους νεαρούς ιατρούς.

Και φυσικά αξίζει να αναφερθούμε στην μεγάλη του ανακάλυψη όταν έσωσε την Αθήνα από την φοβερή αρρώστια τον λοιμό. Ήταν μια αρρώστια που θέρισε χιλιάδες πολίτες. Το πόσοι Αθηναίοι πολίτες πέθαναν δεν ξέρουμε ακριβώς. Είναι γνωστό όμως πόσοι πέθαναν στο στρατό από την ασθένεια αυτή: 300 ιππείς και 4.400 οπλίτες. Επτά ολόκληρα χρόνια μάστιζε την Αθήνα ο λοιμός. Και θα προχωρούσε το κακό εάν δεν εμφανιζόταν ο ίδιος ο Ιπποκράτης, που ήταν τότε στην ακμή της ηλικίας του και της επιστημονικής του καριέρας. Κουράστηκε αρκετά μελετώντας ώρες ατελείωτες την καταστρεπτική επιδημία. Παρατήρησε λοιπόν, πως όσοι προσβάλλονταν ελαφριά ή και καθόλου ήταν οι σιδηρουργοί. Η φωτιά λοιπόν συμπέρανε ότι ήτανε το σωτήριο φάρμακο. Και συμβούλεψε τους Αθηναίους να ανάψουν μεγάλες φωτιές σε όλη την πόλη και να καίνε μέρα-νύχτα. Έτσι η καταραμένη αρρώστια εξαφανίστηκε. Από τότε ο Ιπποκράτης ονομάστηκε ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ.

 

Ο ΟΡΚΟΣ ΤΟΥ ΙΠΠΟΚΡΑΤΗ

«Στον Απόλλωνα δίνω τον όρκο, στο γιατρό και Θεό Ασκληπιό, στην Υγεία Θεά και Πανάκεια

και ως μάρτυρες όλους καλώ τους Θεούς και Θεές

πως τον όρκο τούτον δω θα τηρήσω εγώ και αυτήν την γραπτή συμφωνία όπως κρίνω και όπως μπορώ.

Να νομίζω πως είναι εκείνος που με δίδαξε τούτη την τέχνη με αυτούς που με γέννησε ίσος.

Στην ζωή μου αυτός να μετέχει και όσα πρέπει σε αυτόν να οφείλω

και τους άρρενες τούτου απογόνους σαν αδέλφια δικά μου να βλέπω και την τέχνη αυτήν να διδάξω,

αν αυτοί θελήσουν να μάθουν, χωρίς σύμφωνο ή άλλη αμοιβή.

Τα αρχικά και μετά να διδάξω τα μαθήματα κι όλες τις γνώσεις, γενικές και ειδικές,

στα παιδιά τα δικά μου κι εκείνου επίσης του δασκάλου που δίδαξε εμένα και σε όσους τον όρκο έχουν δώσει

του γιατρού μαθητές κι έχουν γίνει, με γραπτή συμφωνία, δικοί μου και σε άλλον κανένα πια.

Πως σε δίαιτες χρήση θα κάνω με σκοπό την ωφέλεια αρρώστων κατά δύναμη που έχω

και κρίση κι αδικία αν φέρω και βλάβη θα αποφεύγω αυτές φυσικά.

Δεν θα δώσω ποτέ σε κανέναν δηλητήριο θάνατο να βρει, έστω και αν μου ζητήσει αυτό

κι ούτε σύσταση τέτοια θα κάνω. Και ομοίως εγώ σε γυναίκα δεν θα δώσω για έκτρωση μέσο.

Την ζωή την δική μου και τέχνη θα φυλάξω αγνή και όσια.

Δεν θα κάνω ακόμη ευνούχος ούτε και όσους λιθίαση έχουν,

αλλά τούτη την πράξη θα αφήσω σε ανθρώπους εργάτες να κάνουν.

Σε όσα σπίτια εγώ κι αν θα πάω για ωφέλεια θα μπω των αρρώστων μακριά από κάθε αδικία

εθελούσια και άλλη φθορά κι από έργα ακόμη σε γυναίκας το σώμα και άνδρα ελευθέρων ακόμη και δούλων.

Κι όσα δω θεραπεία όταν κάνω ή ακούσω και εκτός θεραπείας στην ζωή των ανθρώπων,

αν πρέπει να μην βγουν προς τα έξω ποτέ, θα σωπαίνω αυτά θεωρώντας μυστικά ότι πρέπει να μείνουν.

Αν λοιπόν τούτον τον όρκο τηρήσω και δεν κάνω παράβαση, είθε τη ζωή να απολαύσω

και τέχνη κι από όλους εκτίμηση να έχω τους ανθρώπους για πάντα.

Μα αν αυτόν τον όρκο παραβώ και αθετήσω από αυτά αντίθετα να βρω.»

Ποιητική απόδοση από τον φιλόλογο Σταύρο Ι. Σπυρώνη